22 Απριλίου 2017

March for Science

Η επιστήμη τη στιγμή αυτή κινδυνεύει από πολλές πλευρές: στις ΗΠΑ, λ.χ. οι επιστήμονες που ερευνούν το κλίμα απειλούνται με στέρηση πόρων από τη νέα κυβέρνηση Τραμπ, στην Τουρκία πανεπιστημιακοί συνελήφθησαν μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα και στην Ουγγαρία η κυβέρνηση Όρμπαν απειλεί με κλείσιμο το Ευρωπαϊκό Κεντρικό Πανεπιστήμιο στη Βουδαπέστη.  «Εναλλακτικά γεγονότα» και ψεύτικες ειδήσεις (γνωστές ως «fake news») ταρακουνούν τα θεμέλια της γνώσης και της επιστημονικής αξιοπιστίας στη σύγχρονη κοινωνία.

Σήμερα, 22 Απριλίου, πολίτες συμμετάσχουν παγκοσμίως σε ειρηνικές, μη-κομματικές πορείες υπέρ της ελευθερίας και της ακεραιότητας της Επιστήμης. Τους σχεδιασμούς για τις παγκόσμιες πορείες των επιστημόνων σχολίασε ο καθηγητής και πρόεδρος της Ένωσης Φυσικών της Γερμανίας Ρολφ-Ντίτερ Χόηερ ως εξής: «Η επιστήμη είναι αγαθό υψηλής πολιτισμικής αξίας. Οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν τα πάντα, αλλά αγωνίζονται για έγκυρη επιστημονική γνώση. Αυτό σημαίνει επίσης ότι
αποσαφηνίζουν τα αποτελέσματα, εάν είναι ελλιπή ή χαρακτηρίζονται από μεγάλη αβεβαιότητα. Η φυσική είναι ένα κλασσικό παράδειγμα εμπειρικής επιστήμης. Επιβεβαιώνει μια θεωρία μέσω των πειραμάτων, ή την τροποποιεί αν αυτή είναι ελλιπής ή και την αποκηρύττει εντελώς ως ψευδή. Για να μπορεί να το κάνει αυτό απαιτούνται ελευθερία καθώς και ορθολογικά επιχειρήματα εντός ενός επιστημονικού διαλόγου.»

Η επιστήμη βασίζεται στην κρίσιμη κληρονομιά της ελευθερίας σκέψης και λόγου που προωθήθηκε αρχικά από τη Μεταρρύθμιση και άρχισε να ακμάζει στις αρχές της σύγχρονης εποχής, τον 16ο και 17ο αιώνα. Ανάμεσα στα δεδομένα που την επηρέασαν είναι και η υποσυνείδητη αμφιβολία ότι μπορεί και να σφάλλει. Δεδομένου ότι κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι έχει όλες τις απαντήσεις, υπάρχουν σοβαροί λόγοι για τους οποίους η ταπεινή αρχή του ενδεχόμενου σφάλματος είναι μια από τις πιο ισχυρές ιδέες της νεωτερικότητας.

15 Απριλίου 2017

Αναστήθηκε ο Χριστός;

Ο ιστορικός Jürgen Spiess εξετάζει τα επιχειρήματα. Μπορείτε να κατεβάσετε ολόκληρο το κείμενο του εδώ.

Τι σημαίνει να έχει κανείς ελπίδα; Όσον αφορά τη δική μου ζωή, η ελπίδα πρέπει να συμπεριλαμβάνει και το τέλος της ζωής μου, το θάνατο. Μια φιλοσοφία ικανή να συνοδεύσει ολόκληρη τη ζωή μου πρέπει να αντέχει και το θάνατό μου. Επειδή ως άτομο ελπίζω, και ως άτομο πεθαίνω. Όποιος θέλει να μου προσφέρει ελπίδα, αλλά παραβλέπει το θάνατο, όπως λ.χ. ο υπαρξισμός και ο μαρξισμός, δεν με υπολογίζει, επειδή το μέλλον μου αναπόφευκτα συμπεριλαμβάνει τον θάνατο, είναι μέρος της ύπαρξής μου και τέτοιες φιλοσοφίες και ιδεολογίες δεν με καλύπτουν.

Η Βίβλος, από την άλλη πλευρά, υποστηρίζει ότι ο Ιησούς Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς, στην Ιερουσαλήμ πριν από 2000 χρόνια. Νίκησε το θάνατο. Όποιος πιστεύει σ' αυτόν, έχει ένα στόχο, μια ελπίδα για τη ζωή του, που ξεπερνά τον θάνατο. Αυτό είναι το πιο συναρπαστικό και προκλητικό μήνυμα της παγκόσμιας ιστορίας.

Τα Ευαγγέλια: πηγές ιστορικού υλικού
Η κύρια πηγή για τη ζωή του Ιησού είναι τα γραπτά της Καινής Διαθήκης. Εξω-βιβλικές μαρτυρίες που προσφέρουν κάτι για την ιστορία του, είναι σπάνιες. Για τις εξω-βιβλικές πηγές της εποχής τα γεγονότα στην επαρχία της Ιουδαίας ήταν ήσσονος σημασίας σε σχέση με την παγκόσμια πολιτική σκηνή.

Τα αρχαιότερα χειρόγραφα Ευαγγελίων που έχουν διατηρηθεί, είναι πολύ πιο παλαιά από εκείνα στα οποία οι αρχαίοι ιστορικοί στηρίζονται. Το παρόν κείμενο της Καινής Διαθήκης στηρίζεται σε παπύρους που χρονολογούνται από τον 4ο  αιώνα. Μεμονωμένα θραύσματα από τον 2ο αιώνα επίσης σώζονται. Και πάλι, η σύγκριση: Τα παλαιότερα διατηρημένα χειρόγραφα του Τάκιτου, ο Καίσαρας ή και ο Θουκυδίδης, γράφτηκαν τουλάχιστον 800, μερικές φορές ακόμη και 1300 χρόνια αργότερα. 

Ο άδειος τάφος
Όλα τα Ευαγγέλια αναφέρουν ότι ο τάφος του Ιησού βρέθηκε άδειος δύο ημέρες μετά τον ενταφιασμό του. Μάρτυρες του γεγονότος ήταν οι στρατιώτες (Ματθαίος 28, 11) που τάχτηκαν να τον φυλάξουν, οι γυναίκες (Λουκάς 24, 3) που θέλησαν να αλείψουν το σώμα του Ιησού και οι μαθητές (Ιωάννης 20, 4 ε.) που ειδοποιήθηκαν από τις γυναίκες. Ο άδειος τάφος δεν αμφισβητήθηκε ακόμα και από τους αντιπάλους των χριστιανών.

Η πιο κοινή λοιπόν ερμηνεία των περιγραφών της ανάστασης είναι: «Οι μαθητές εφηύραν το μήνυμα της ανάστασης για να δικαιολογήσουν τους εαυτούς τους και να αποφύγουν το στιγματισμό τους ως οπαδοί ενός αποτυχημένου αρχηγού». Γι’ αυτόν το λόγο εξαφάνισαν το πτώμα αφήνοντας τον τάφο άδειο.

Σε αντίθεση με το επιχείρημα αυτό πρέπει να υπολογίσει κανείς πως η σταύρωση του Ιησού σήμαινε για τους μαθητές το τέλος όλων των σχεδίων και των ελπίδων τους. Στην απελπισία τους, τράπηκαν σε φυγή (Μάρκος 14, 50), αρνήθηκαν ότι γνώριζαν τον Ιησού (Μάρκος 14, 72), κλείστηκαν μέσα από τον φόβο των Ιουδαίων (Ιωάννης 20, 19). Στη θεώρηση του άδειου τάφου, οι γυναίκες δεν ξέσπασαν σε θριαμβευτική αγαλλίαση του Πάσχα, αλλά σε φόβο και τρόμο (Μάρκος 16, 8), οι γυναίκες ανέφεραν την ανακάλυψή τους στους μαθητές οι οποίοι αρχικά ούτε καν να τις πιστέψουν ήθελαν (Λουκάς 24, 11). Με έκπληξη οι μαθητές που είδαν τον άδειο τάφο, επέστρεψαν στα σπίτια τους (Ιωάννης 20, 10), και στο παλιό τους επάγγελμα (Ιωάννης 21). Όλες αυτές οι αντιδράσεις δείχνουν ότι οι μαθητές ούτε καν μπορούσαν να φανταστούν την ανάσταση.

Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι οι μαθητές δεν κήρυξαν το μήνυμά τους σε μια απομακρυσμένη επαρχία, αλλά στην ίδια την Ιερουσαλήμ. Μόνο με μεγάλη δυσκολία θα μπορούσαν να «πουλήσουν» στους συνανθρώπους τους θρύλους, επειδή το κοινό εκεί είχε βιώσει τον Ιησού πριν από λίγες εβδομάδες (Πράξεις 2, 22 «… Αυτά τα ξέρετε εσείς οι ίδιοι πολύ καλά.»). Επιπλέον, η διακήρυξη τους αυτή ανταποκρίθηκε με γελοιοποίηση, νέα εχθρότητα και διωγμό. Πολλοί από τους πρώτους χριστιανούς πλήρωσαν με τη ζωή τους την μαρτυρία τους για την ανάσταση του Ιησού Χριστού. Για μια ψεύτικη ιστορία πόσοι άνθρωποι είναι πρόθυμοι να πεθάνουν; Πρέπει να υπήρξε κάτι εντελώς έξω από τα συνηθισμένα για να ξεσηκώσει τη ζωή των μαθητών, έτσι ώστε οι άλλοτε φοβισμένοι και γεμάτοι αμφιβολίες ψαράδες να κηρύττουν μέχρι το τέλος της ζωής τους άφοβα την ανάσταση του Ιησού στους ακροατές τους και να τους προσκαλούν να πιστέψουν σ’ Αυτόν.

Εμφανίσεις του Αναστημένου
Ο πιο σημαντική απόδειξη για την ανάσταση του Χριστού βρίσκεται στην πρώτη επιστολή του Παύλου στους Κορίνθιους (Α’ Κορινθίους 15, 3-8). Η επιστολή γράφτηκε το 54-57 μΧ. Γράφτηκε δηλαδή περίπου 20 χρόνια μετά τα γεγονότα της Ιερουσαλήμ. Ο Παύλος καλεί μάρτυρες του Αναστημένου, εν μέρει και ονομαστικά. Κατονομάζει τους παραλήπτες και δηλώνει ότι οι περισσότεροι μάρτυρες ακόμη ζουν. Πιστεύει δηλαδή ακράδαντα ότι οι δηλώσεις του αντέ-χουν κάθε εξέταση για επιβεβαίωση, γιατί είναι αναμενόμενο πως κάποιοι αμφιβάλλοντες Κορίνθιοι θα έκαναν χρήση αυτού του δικαιώματος τους να τις ερευνήσουν.

Εάν οι μάρτυρες που ο Παύλος αναφέρει δεν είδαν τον αναστημένο Χριστό, πρέπει κανείς να υποθέσει ότι περίπου 500 άτομα είχαν πέσει θύματα ψευδαίσθησης του ιδίου περιεχομένου. Εκτός από τον απίθανα μεγάλο αυτό αριθμό από αυτόπτες μάρτυρες, οφείλει κανείς να αναζητήσει εναλλακτική εξήγηση του γεγονότος του άδειου τάφου.

Οι Συνέπειες της Ανάστασης 
Με τη βοήθεια της ιστορικής έρευνας μπορεί να καταλήξει κανείς  στο συμπέρασμα ότι κατά το έτος 31 μΧ, έλαβε χώρα ανάμεσα στον μέλλοντα Ρωμαίο αυτοκράτορα  Αύγουστο και τον Μάρκο Αντώνιο η ναυμαχία του Ακτίου. Το να αποδεχτεί κανείς αυτό ως γεγονός δεν είναι δύσκολο. Οι λεπτομέρειες απασχολούν τις επιστημονικές συζητήσεις και τα επιστημονικά περιοδικά. 

Με την ίδια ιστορική μεθοδολογία όμως μπορεί να προσδιοριστεί ότι το 30 ή 33 μΧ, στην Ιερουσαλήμ, ο Ιησούς Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς. Το γεγονός της Ανάστασης όμως προκαλεί. Δεν είναι καθόλου ασήμαντο επειδή αφορά και τη δική μου τη ζωή. Απαιτεί την τοποθέτησή μου. Πώς αισθάνομαι για την προσφορά αυτή του Ιησού και αν υποστηρίζω ότι μόνο εκείνος μπορεί να απαντήσει στα ερωτήματά μου σχετικά με το θάνατο και αν υπάρχει ελπίδα μετά; Ο ίδιος λέει: «Εγώ είμαι η οδός, η αλήθεια και η ζωή» (Ιωάννης 14, 6).

Η Καινή Διαθήκη μαρτυρεί ότι ο Ιησούς Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς. Είναι συνεπώς λογικό να ζει κανείς για χάρη του. Η ζωή αποκτά νόημα επειδή δεν είναι εκτεθειμένη στην ματαιότητα και τον μηδενισμό. Η ελπίδα που Εκείνος δίνει ξεπερνάει το θάνατο.

Ο Jürgen Spiess γεννήθηκε στο Dillenburg της Γερμανίας το 1949. Σπούδασε Ιστορία στο Giessen και απέκτησε το 1975 διδακτορικό στην Αρχαία Ιστορία από το Πανεπιστήμιο του Μονάχου. Εργάστηκε ως γραμματέας της Ιεραποστολής Φοιτητών στη Γερμανία (SMD) και είναι ο ιδρυτής του «Ινστιτούτου Πίστης και Επιστήμης».